Η βιοϊατρική έρευνα στην Ελλάδα ήταν η θεματική του 5ου webcast του Hellenic Innovation Network, μια πρωτοβουλία της Marina Hatsopoulos, με την υποστήριξη του MIT Enterprise Forum και το συντονισμό του Έλληνα Πρόξενου στη Βοστόνη Στράτου Ευθυμίου, το οποίο έγινε στις 17 Ιουνίου.

Ομιλητές ήταν ο Δρ Στέλιος Παπαδόπουλος, Πρόεδρος της Biogen και ο Δρ Σπύρος Αρταβάνης-Τσάκωνας, Harvard Professor Emeritus of Cell Biology.

Αρχικά, ο Δρ Παπαδόπουλος έκανε μια σύνοψη των πιο σημαντικών εξελίξεων στη διαχείριση της πανδημίας. Μιλώντας για τις ερευνητικές προσπάθειες σχετικά με την ανακάλυψη φαρμάκου, είπε: “Οι πιο πολλά υποσχόμενες εταιρείες στη μάχη κατά του COVID-19, αυτή τη στιγμή, πρέπει με κάποια περηφάνια να ομολογήσω ότι είναι η VIR και η Regeneron, στη διοίκηση των οποίων εμπλέκονται Έλληνες. Στη Vir biotechnology CEO είναι ο George Scangos, πρώην CEO της Biogen (δείτε εδώ πληροφορίες). Στη Regeneron CEO είναι ο George Yancopoulos, ένας εξαίρετος επιστήμονας, ενώ της θεραπευτικής προσπάθειας για τον COVID-19 ηγείται ο επικεφαλής Έρευνας και Ανάπτυξης της εταιρείας, Χρήστος Κυρατσούς, ο οποίος γεννήθηκε και σπούδασε στη Θεσσαλονίκη.” Σχολιάζοντας τη μεγάλη εκπροσώπηση Ελλήνων σε κορυφαίες φαρμακευτικές εταιρείες, ο Δρ Παπαδόπουλος ανέφερε ότι “ιστορικά οι Έλληνες είχαν πάντα σεβασμό στην εκπαίδευση”, ενώ σημείωσε και τα πολύ υψηλά ποσοστά Ελλήνων μεταναστών στην απόκτηση διδακτορικών τίτλων.

Σύμφωνα με τον Σπύρο Αρταβάνη-Τσάκωνα είναι μονόδρομος η Ελλάδα να στηρίξει τη βιοϊατρική έρευνα, και όχι μόνο λόγω της συγκυρίας του κορωνοϊού.”Θα έρθει και άλλη πανδημία -δεν ξέρω πόσο άμεσα- και ο μόνος τρόπος να την πολεμήσουμε θα είναι και πάλι η επιστήμη”. Τα καλά νέα της πανδημίας είναι ότι πολλοί νέοι ενδιαφέρθηκαν για πρώτη φορά για τον κλάδο.

Όπως τόνισε υπάρχει η δυναμική η Ελλάδα να ηγηθεί των εξελίξεων στη βιοϊατρική έρευνα. Το όραμα των επιστημόνων του εξωτερικού που στηρίζουν τη βιοϊατρική έρευνα στην Ελλάδα είναι οι επιστήμονες της χώρας να κάνουν έρευνα πρώτης γραμμής που να είναι ανταγωνιστική διεθνώς και όχι απλώς “καλή για τα ελληνικά δεδομένα”.

Φυσικά αυτό παίρνει χρόνο και απαιτεί σημαντική επένδυση από πλευράς της Πολιτείας, όπως συμπλήρωσε ο Στέλιος Παπαδόπουλος. Τρεις είναι οι προϋποθέσεις, τόνισε: ταλέντο, χρήματα και χρόνος. Σημαντικοί παράγοντες είναι επίσης:

  1. η συστηματικότητα της χρηματοδότησης: “Η χρηματοδότηση της έρευνας στην Ελλάδα γινόταν σποραδικά, συνθήκη που αποτρέπει το μακροχρόνιο σχεδιασμό.

  2. η αξιολόγηση: Εφόσον δοθεί χρηματοδότηση, πρέπει να γίνεται πολύ αυστηρή αξιολόγηση των αποτελεσμάτων.”

  3. η αξιοκρατία: Δυστυχώς έως τώρα η χρηματοδότηση στην Ελλάδα εξαρτιόταν από το ποιον ξέρεις, αν έχεις πρόσβαση σε κάποιον πολιτικό και από τη λογική “'όλοι πρέπει να πάρουν κάτι”.

Από τη δική τους πλευρά, οι 2 επιστήμονες μέσω του Fondation Santé χρηματοδοτούν από 10 έως 20 Έλληνες επιστήμονες ετησίως με 25.000 ευρώ για την έρευνά τους στην Ελλάδα. Αν και όπως είπαν το ποσό δεν είναι μεγάλο, το γεγονός ότι η χρηματοδότηση είναι συστηματική, διαφανής και με πλήρως αξιοκρατικά κριτήρια είναι σημαντικό για τους επιστήμονες. Τις προτάσεις κρίνει μια διεθνής επιτροπή αξιόλογων επιστημόνων, μεταξύ των οποίων και Νομπελίστες.

Ο Δρ Αρταβάνης-Τσάκωνας με απάντησή του σε ερώτηση του GoodNews, τόνισε ότι πριν από 2 χρόνια διοργανώθηκε ένα συμπόσιο στην Αθήνα με πάνω από 20 επιστήμονες που έχουν χρηματοδοτηθεί και η ευγνωμοσύνη που εισέπραξαν ήταν συγκινητική. “Το να βλέπεις συγκεντρωμένους στο ίδιο μέρος 20 με 30 επιστήμονες που έχουν προχωρήσει σε συνέργειες και παράγουν έρευνα υψηλού επιπέδου ήταν απίστευτα ικανοποιητική εμπειρία για μένα”, ανέφερε χαρακτηριστικά.