Έγινε δεκτή για δημοσίευση στο περιοδικό Journal of Neurology (με συντελεστή απήχησης 3.8) μία πιλοτική μελέτη παρατήρησης ασθενών-μαρτύρων, με σκοπό την αντικειμενική και ποσοτική εκτίμηση της οσφρητικής λειτουργίας νοσηλευόμενων ασθενών με νόσο COVID-19 και τη σύγκριση αυτής με αντίστοιχα στοιχεία υγιούς πληθυσμού αναφοράς.
Στην εκπόνηση της μελέτης αυτής συμμετείχαν ο Καθηγητής Νευρολογίας της Β’ Νευρολογικής Κλινικής του ΕΚΠΑ, κ. Γεώργιος Τσιβγούλης, ο Καθηγητής Λοιμωξιολογίας της Δ’ Παθολογικής Κλινικής ΕΚΠΑ, κ. Σωτήριος Τσιόδρας, ο Επίκουρος Καθηγητής της Β’ Ωτορινολαρυγγολογικής Κλινικής του ΕΚΠΑ, κ. Αλέξανδρος Δελίδης και ο Καθηγητής Παθολογίας της Α’ Προπαιδευτικής Παθολογικής Κλινικής και Πρόεδρος της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ, κ. Πέτρος Σφηκάκης.
Για την εκπόνηση της μελέτης, πραγματοποιήθηκε ποσοτικοποιημένος έλεγχος οσφρητικής λειτουργίας σε 22 ασθενείς με επιβεβαιωμένη νόσο COVID-19 μέσω του πιστοποιημένου και σταθμισμένου τεστ Q-SIT. Επιπλέον, οι ασθενείς συμπλήρωσαν ειδικά ερωτηματολόγια με σκοπό τον διαπίστωση προϋπάρχουσας οσφρητικής δυσλειτουργίας πριν την εκδήλωση της νόσου COVID-19 ή άλλων διαταραχών (όπως ρινική συμφόρηση) που θα μπορούσαν να επηρεάσουν την απόδοσή τους στον αντικειμενικό έλεγχο της οσφρητικής λειτουργίας. Τέλος, ο πληθυσμός συγκρίθηκε με υγιή πληθυσμό αναφοράς, σταθμισμένο ως προς την ηλικία και το φύλο, ο οποίος είχε ελεγχθεί προ της πανδημίας.
Μετά από στατιστική ανάλυση των δεδομένων, οι ερευνητές συμπέραναν ότι οι ασθενείς με COVID-19 είχαν χαμηλότερη διάμεση τιμή (2, ενδοτεταρτημοριακό εύρος 1-2) του Q-SIT σκορ σε σχέση με τους μάρτυρες (διάμεση τιμή 3, ενδοτεταρτημοριακό εύρος 2-3). Το εύρημα αυτό υποδεικνύει οσφρητική διαταραχή (ανοσμία ή υποσμία) σε ασθενείς με νόσο COVID-19 σε σχέση με τον υγιή πληθυσμό. Επίσης, η διαπίστωση φυσιολογικής οσφρητικής λειτουργίας ήταν λιγότερο συχνή στους νοσηλευόμενους με COVID-19 (23%) σε σχέση με τους μάρτυρες (64%). Μάλιστα, αυτό το αποτέλεσμα ήταν ανεξάρτητο από την τυχόν συνύπαρξη ρινικής συμφόρησης στους ασθενείς.
Η μελέτη αυτή επιβεβαιώνει με αντικειμενικό τρόπο την αναφερόμενη στην πρόσφατη βιβλιογραφία συχνή εκδήλωση οσφρητικών διαταραχών σε ασθενείς με επιβεβαιωμένη νόσο COVID-19 και υπερτονίζει τη σημασία της ποσοτικής διάγνωσης αντίστοιχων συμπτωμάτων (ανοσμία, υποσμίας ή υπογευσίας) στους εν λόγω ασθενείς.