Η Γεωργία Ξάνθου-Τσιγκόγλου, διακεκριμένη Ερευνήτρια Β στο Εργαστήριο Κυτταρικής Ανοσολογίας στο ΙΙΒΕΑΑ, καταγράφει ένα καθοριστικής σημασίας ερώτημα, τις πιθανές θεραπείες και μια σοβαρή πρόκληση που αξίζει να λάβουμε υπόψιν μας. 

"Είναι προτιμότερο να αποδεχτούμε την ελεγχόμενη μόλυνση νεαρότερων ατόμων της κοινωνίας μας ή να πάρουμε μέτρα για να αποτραπεί;"
Σύμφωνα με τον Michael Osterholm, director of the Center for Infectious Disease Research and Policy at the University of Minnesota, Twin Cities, αυτή είναι η ερώτηση που πρέπει άμεσα να απαντηθεί. 

Ορισμένοι ερευνητές εξακολουθούν να πιστεύουν ότι σε χώρες όπου έχουν ελλατωθεί τα κρούσματα και η κατάσταση κινδύνου έχει μειωθεί στα συστύματα Υγείας, θα πρέπει να εφαρμοστεί η θεωρία του herd immunity και να σταματήσει το social distancing, προκειμένου να επέλθει πλέον ανοσία. 

Από την άλλη, σύμφωνα με τη μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Journal of Infection, θα πρέπει να μολυνθεί και να ιαθεί τουλάχιστον το 65% του πληθυσμού σε χώρες της Ευρώπης, της Ασίας και στην Αμερική προκειμένου να αποκτήσουμε ανοσία στον κορωνοϊό, πράγμα που εμπεριέχει σημαντικό κίνδυνο για μεγάλη αύξηση του αριθμού των θυμάτων. 

Μέχρι όμως να βρεθεί απάντηση σε όλα τα παραπάνω, το ενδιαφέρον των επιστημόνων έχει αρχίσει να στρέφεται σε άλλες θεραπείες που στοχεύουν στην ενίσχυση του ανοσοποιητικού συστήματος του ανθρώπου έναντι του κορωνοϊού. 

Οι πρώτες πιθανές θεραπείες

Για παράδειγμα, αντισώματα τα οποία καταστρέφουν τον ιό και προέρχονται από ασθενείς που έχουν ιαθεί, χρησιμοποιούνται σε άλλους άρρωστους σε κρίσιμη κατάσταση, με θεαματικά αποτελέσματα βελτίωσης. 

Επίσης, νέες μοριακές τεχνικές όπως το large-scale single-cell RNA sequencing Β λεμφοκυττάρων, έχουν ταυτοποιήσει τη δομή των αντισωμάτων που παράγονται από τα κύτταρα αυτά και τα οποία έχουν την ικανότητα να εξουδετερώνουν τον ιό. Το γεγονός αυτό μπορεί να διευκολύνει την παραγωγή των αντισωμάτων σε μεγάλη κλίμακα και τη διοχέτευσή τους σε ασθενείς. 

Ενθαρρυντικά αποτελέσματα έχουν δώσει και πρόσφατες κλινικές μελέτες στις οποίες χρησιμοποιούνται αντισώματα που παρεμποδίζουν τη δράση φλεγμονωδών κυτταρακινών (πρωτεϊνών) και μειώνουν σημαντικά τα επίπεδα της φλεγμονώδους αντίδρασης σε ασθενείς σε σοβαρή κατάσταση. Στους ασθενείς αυτούς, η υπέρμετρη ενεργοποίηση του ανοσοποιητικού συστήματος που χαρακτηρίζεται από την έκκριση μεγάλων ποσοτήτων φλεγμονωδών κυτταροκινών στο αίμα (cytokine storm), και η οποία στοχεύει στην εξάλλειψη του ιού, οδηγεί στην καταστροφή του πνεύμονα, των νεφρών και άλλων εσωτερικών οργάνων και μπορεί να προκαλέσει μέχρι και θάνατο. 

Στις συγκεκριμένες μελέτες, αντισώματα (όπως το tocilizumab) έναντι της κυτταροκίνης ιντερλευκίνης (IL-6) βελτιώνουν σημαντικά την κλινική εικόνα των ασθενών και επαναφέρουν την αναπνευστική λειτουργία σε φυσιολογικά επίπεδα. Τα αποτελέσματα των μελετών αυτών που αρχικά πραγματοποιήθηκαν στην Κίνα, ενθάρρυναν νέες κλινικές μελέτες στην Ευρώπη και στην Αμερική, που στοχεύουν όχι μόνο την IL-6 αλλά και άλλες προφλεγμονώδεις κυτταροκίνες, όπως τον TNF-α, την IL-1β και την IL-17 ή και τους υποδοχείς τους στα κύτταρα του ανοσοποιητικού, πιστεύοντας ότι έτσι θα πραγματοποιηθεί ολοκληρωτική παρεμπόδιση του φαινομένου cytokine storm.

Μια άλλη θεραπευτική προσέγγιση στοχεύει στη δημιουργία και χορήγηση μεσεγχυματικών κυττάρων, τα οποία έχουν ισχυρή αντι-φλεγμονώδη δράση και τα οποία μπορεί να βοηθήσουν στην επιδιόρθωση και την επιβίωση των κυττάρων του αναπνευστικού επιθηλίου.

Επιπλέον, η συνδυαστική χρήση των αντισωμάτων έναντι των κυτταροκινών και άλλων αντιφλεγμονωδών φαρμάκων (όπως π.χ. η κορτιζόνη), μαζί με αντι-ιικά φάρμακα που παρεμποδίζουν την αναπαγωγή ή και τη διαδικασία της μόλυνσης από τον κορωνοϊό, αναμενέται να αποφέρει θεαματικά αποτελέσματα στην καταπολέμηση του ιού, με ταυτόχρονη ελάττωση των παρενεργειών που προέρχονται από την υπέρμετρη ενεργοποίηση του ανοσοποιητικού συστήματος (τα ανωτέρω προέρχονται από το άρθρο στο Nature Reviews Immunology).

[Δείτε ρεπορτάζ με τα επικρατέστερα φάρμακα μέχρι στιγμής εδώ.]

Η αξιοποίηση του Α.Ι.

Οι φαρμακευτικές εταιρείες συνεργάζονται στενά με εταιρείες τεχνητής νοημοσύνης, προκειμένου να δημιουργήσουν νέες δοκιμασίες διάγνωσης της ύπαρξης του ιού ή και αντισωμάτων έναντι του ιού (δείγμα ανοσίας) με τη χρήση κινητών τηλεφώνων. Για παράδειγμα, η Sanofi συνεργάζεται με την Luminostics για τη δημιουργία ενός smartphone-based self-testing solution. Με τον τρόπο αυτό, οι άνθρωποι θα εξετάζονται μόνοι τους, γρήγορα (μέσα σε 30 λεπτά) χωρίς να εκτίθενται στο περιβάλλον των νοσοκομείων και των ιατρικών εργαστηρίων (πηγή ΕΔΩ

Από κοινωνικοπολιτικής άποψης

Η επιδημία του κορωνοϊού αναδεικνύει για άλλη μία φορά τις κοινωνικές ανισότητες, θέτοντας τις λιγότερα αναπτυγμένες χώρες και τους ανθρώπους χαμηλοτέρου εισοδήματος σε σημαντικά δυσμενότερη θέση σε θέματα περίθαλψης, ενημέρωσης αλλά και πρόσβασης σε τεχνολογικά συστήματα που βοηθούν στην εκμάθυνση και την επικοινωνία. 
Αυτό που θα πρέπει να μάς διδάξει η κρίση αυτή είναι ότι η πρόσβαση στο διαδίκτυο, στις τεχνολογίες επικοινωνίας και σε εξελιγμένα συστήματα υγείας θα πρέπει να είναι ανθρώπινο δικαίωμα. Όταν πλέον η εξάπλωση του κορωνοϊού τέθει υπό έλεγχο, θα πρέπει να γίνει επανεξέταση του τρόπου ζωής μας και των κοινωνικών ανισοροπιών σε όλο τον κόσμο προκειμένου να δημιουργηθούν πιο υπεύθυνες και δίκαιες κοινωνίες που ασχολούνται με το δημόσιο καλό. 

Τελειώνοντας, ακολουθώντας τα λεγόμενα του Jeremy Farrar, διευθυντή του Wellcome Trust, η λύση στην κρίση αυτή και σε παρόμοιες  που πιθανόν ακολουθήσουν, θα προέλθει για άλλη μία φορά από την Επιστήμη και τους ανθρώπους που ασχολούνται καθημερινά με την εξέλιξή της: “Science is our only exit strategy’.

Δείτε το βιογραφικό της Τζ. Ξάνθου ΕΔΩ